Live Report | Deep Purple, Nicosia-Cyprus, 08 May 2011
Οταν το κόκκινο συνάντησε το βαθύ πορφυρό
Ενα τεράστιο πάρτι έστησαν στη Λευκωσία οι Deep Purple και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Ενα τεράστιο πάρτι έστησαν στη Λευκωσία οι Deep Purple και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Eνα τεράστιο πάρτι στήθηκε την Κυριακή στο κατάμεστο κλειστό του
«Ελευθερία» στη Λευκωσία με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τους Deep
Purple να προσφέρουν στο κοινό μαγικές στιγμές. Οι Βρετανοί ρόκερ στη
δεύτερη παρουσία τους στην Κύπρο πήραν από τον κόσμο τη μαζική παρουσία
που έλειψε το 2005 και ανταπέδωσαν με μια εκπληκτική εμφάνιση, με
εξαίρεση τα καθιερωμένα, τα τελευταία χρόνια, σκαμπανεβάσματα στη φωνή
του Ian Gillan.
Αιώνια τεράστιος ο Βασίλης
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου σε ένα ρόλο που δεν τον συνηθίσαμε άνοιξε το πάρτι στη Λευκωσία, όπως έκανε ήδη στην Κρήτη και θα πράξει και στο υπόλοιπο της περιοδείας των Deep Purple στην Ελλάδα. Ο «αιώνιος έφηβος» χάρισε στο κοινό μεγάλες επιτυχίες (Ασε με να κάνω λάθος, Ο γάτος, Χαιρετίσματα, Καμπαρντίνα, Πόρτο Ρίκο, Εφηβα γεράκια, Βικτώρια, Σ’ ακολουθώ, Στέλλα, Να κοιμηθούμε αγκαλιά, Πριν το τέλος, Δεν υπάρχω, Ο Γουίλι, Ελλάς, Για σένα τραγουδώ-Από μένα τον Βασίλη, Το παιχνίδι παίζεται ακόμα κ.ά.), ενώ δεν ξέχασε να αποτίσει φόρο τιμής στο διαχρονικό όπως και ο ίδιος είπε Μάνο Λοΐζο με τον Τσε και τον Στρατιώτη. Πιο κοντά στο κοινό η διασκευή στο Thunderstruck των ΑC/DC που ξεσήκωσε το στάδιο με την Τάνια Κικίδη πέραν από τα ντραμς να αναλαμβάνει και τα φωνητικά, τα οποία μοιράστηκε και στο επόμενο τραγούδι με τον Βασίλη τραγουδώντας το Sebastian των Steve Harley & The Cockney Rebel μισό στα αγγλικά και μισό στα ελληνικά όπως το έχει διασκευάσει ο Ελληνας καλλιτέχνης. Ο Παπακωνσταντίνου έκανε κάτι περισσότερο από απλή «προθέρμανση» του κοινού που αυτή τη φορά δεν είχε έρθει για τον κορυφαίο Ελληνα ροκ καλλιτέχνη και ο κόσμος ανέμενε πλέον την είσοδο των Βρετανών ρόκερ.
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου σε ένα ρόλο που δεν τον συνηθίσαμε άνοιξε το πάρτι στη Λευκωσία, όπως έκανε ήδη στην Κρήτη και θα πράξει και στο υπόλοιπο της περιοδείας των Deep Purple στην Ελλάδα. Ο «αιώνιος έφηβος» χάρισε στο κοινό μεγάλες επιτυχίες (Ασε με να κάνω λάθος, Ο γάτος, Χαιρετίσματα, Καμπαρντίνα, Πόρτο Ρίκο, Εφηβα γεράκια, Βικτώρια, Σ’ ακολουθώ, Στέλλα, Να κοιμηθούμε αγκαλιά, Πριν το τέλος, Δεν υπάρχω, Ο Γουίλι, Ελλάς, Για σένα τραγουδώ-Από μένα τον Βασίλη, Το παιχνίδι παίζεται ακόμα κ.ά.), ενώ δεν ξέχασε να αποτίσει φόρο τιμής στο διαχρονικό όπως και ο ίδιος είπε Μάνο Λοΐζο με τον Τσε και τον Στρατιώτη. Πιο κοντά στο κοινό η διασκευή στο Thunderstruck των ΑC/DC που ξεσήκωσε το στάδιο με την Τάνια Κικίδη πέραν από τα ντραμς να αναλαμβάνει και τα φωνητικά, τα οποία μοιράστηκε και στο επόμενο τραγούδι με τον Βασίλη τραγουδώντας το Sebastian των Steve Harley & The Cockney Rebel μισό στα αγγλικά και μισό στα ελληνικά όπως το έχει διασκευάσει ο Ελληνας καλλιτέχνης. Ο Παπακωνσταντίνου έκανε κάτι περισσότερο από απλή «προθέρμανση» του κοινού που αυτή τη φορά δεν είχε έρθει για τον κορυφαίο Ελληνα ροκ καλλιτέχνη και ο κόσμος ανέμενε πλέον την είσοδο των Βρετανών ρόκερ.
Στα άστρα με οδηγό τον Paice
Η έλευση των Deep Purple στη σκηνή συνοδεύτηκε με την επιβεβαίωση της απουσίας του 65χρονου μπασίστα Roger Glover, που δεν συμμετάσχει στις πρώτες συναυλίες της τρέχουσας περιοδείας καθώς αναμένει τη γέννηση του νέου του παιδιού... Αντικαταστάτης του ο νεαρότερος Nick Fyfe (Jamiroquai, Robert Plant, Status Quo) που ήταν μια χαρά, αλλά φυσικά δεν μπορούσε να αντικαταστήσει τη μορφή του γερόλυκου Glover.
Η έλευση των Deep Purple στη σκηνή συνοδεύτηκε με την επιβεβαίωση της απουσίας του 65χρονου μπασίστα Roger Glover, που δεν συμμετάσχει στις πρώτες συναυλίες της τρέχουσας περιοδείας καθώς αναμένει τη γέννηση του νέου του παιδιού... Αντικαταστάτης του ο νεαρότερος Nick Fyfe (Jamiroquai, Robert Plant, Status Quo) που ήταν μια χαρά, αλλά φυσικά δεν μπορούσε να αντικαταστήσει τη μορφή του γερόλυκου Glover.
Οι Deep Purple έκαναν δυναμική είσοδο με το Highway Star με έναν πολύ μέτριο Gillan που ευτυχώς έγινε καλύτερος στα υπόλοιπα κομμάτια. Γενικά τα τελευταία χρόνια ο τεράστιος Gillan δείχνει ότι δεν μπορεί, αλλά απλά το παλεύει. Ειδικότερα στα ψηλά δεν το έχει πλέον αλλά παρουσιάζει πρόβλημα στις ανάσες του, κάτι που δείχνει ότι πρόκειται για πρόβλημα φυσικής κατάστασης. Εξού και οι συνεχείς «περίπατοι» στο πίσω μέρος της σκηνής όπου ξάπλωνε να ξεκουραστεί όταν δεν είχε να τραγουδήσει...
Παρόλα αυτά τα πολλά παράπονα που ακούστηκαν μάλλον έχουν να κάνουν με
το τι ανέμενε ο καθένας. Το κοινό με την απίστευτη ανταπόκρισή του
πάντως έκανε τη συναυλία ένα τεράστιο πάρτι, ενώ εκ των έσω οι Ian
Paice (ντραμς), Steve Morse (κιθάρα) και Don Airey (πλήκτρα) έδωσαν όλο
τους το είναι για να εξισορροπήσουν την απουσία του Glover και τα
σκαμπανεβάσματα του Gillan. Ειδικότερα ο Paice, μοναδικό ιδρυτικό μέλος
των Deep Purple από το 1968, πήρε το ζήτημα στους ώμους του και
απέδειξε ότι είναι η ηγετική μορφή του συγκροτήματος. Ακούραστος,
δυναμικός αλλά και απλοϊκός φαινόταν ως τιτάνας πίσω από τα τύμπανα.
Πραγματικά δεν υπάρχουν λόγια για την απόδοση του Paice, ενώ και ο
Morse απόδειξε για άλλη μια φορά ότι ο Ritchie Blackmore είναι απλά μια
ανάμνηση για τους Deep Purple.
Ταξίδι στον κόσμο των Purple
Μετά το Highway Star από το δίσκο Machine Head του 1972 (που τιμήθηκε όσο κανένας άλλος στη συναυλία) ακολούθησε το Hard Lovin’ Man (In Rock, 1971) και το Maybe I’m a Leo (Machine Head). Η συνέχεια μάς επιφύλασσε το Strange Kind of Woman από το ομώνυμο σινγκλ του 1971, ενώ ακολούθησε μια σειρά από τραγούδια από την τελευταία περίοδο τoυ συγκροτήματος: Rapture of the Deep από τον ομώνυμο τελευταίο δίσκο τους του 2005 και Silver Tongue με το ορχηστρικό «ευαίσθητο» Contact Lost από το Bananas του 2003. Το δε τελευταίο κομμάτι συνοδεύτηκε όπως ήταν αναμενόμενο από ένα μαγικό σόλο στην κιθάρα από τον Morse με τον Gillan να επανέρχεται στη σκηνή για την μπαλάντα When a Blind Man Cries (από το σινγκλ Never before, 1972). Ακόμη ένα κομμάτι με βασικό πρωταγωνιστή την κιθάρα (The Well Dressed Guitar), ενώ τον κύκλο των τραγουδιών από την τελευταία περίοδο των Βρετανών έκλεισε το Almost Human (Abandon, 1998).
Μετά το Highway Star από το δίσκο Machine Head του 1972 (που τιμήθηκε όσο κανένας άλλος στη συναυλία) ακολούθησε το Hard Lovin’ Man (In Rock, 1971) και το Maybe I’m a Leo (Machine Head). Η συνέχεια μάς επιφύλασσε το Strange Kind of Woman από το ομώνυμο σινγκλ του 1971, ενώ ακολούθησε μια σειρά από τραγούδια από την τελευταία περίοδο τoυ συγκροτήματος: Rapture of the Deep από τον ομώνυμο τελευταίο δίσκο τους του 2005 και Silver Tongue με το ορχηστρικό «ευαίσθητο» Contact Lost από το Bananas του 2003. Το δε τελευταίο κομμάτι συνοδεύτηκε όπως ήταν αναμενόμενο από ένα μαγικό σόλο στην κιθάρα από τον Morse με τον Gillan να επανέρχεται στη σκηνή για την μπαλάντα When a Blind Man Cries (από το σινγκλ Never before, 1972). Ακόμη ένα κομμάτι με βασικό πρωταγωνιστή την κιθάρα (The Well Dressed Guitar), ενώ τον κύκλο των τραγουδιών από την τελευταία περίοδο των Βρετανών έκλεισε το Almost Human (Abandon, 1998).
Ενα πάρτι με θρυλικά τραγούδια
Οι Deep Purple δεν ήταν καθόλου τεμπέληδες και έτσι απολαύσαμε το Lazy (Machine Head) με τον Gillan να είναι απολαυστικός στη φυσαρμόνικα. Ακολούθησε το πιο «σπάνιο» τραγούδι της βραδιάς με το No One Came από το Fireball του 1971. Το μικρό «διάλειμμα» με το σόλο του Airey έδωσε τη σκυτάλη στο επικό Perfect Strangers από τον ομώνυμο δίσκο του 1984, ενώ ο Paice τα «έσπασε όλα» στο Space Truckin’ (και πάλι από το Μachine Head). O Μorse στη συνέχεια «έπαιξε» με το κοινό ξεκινώντας το ριφ του Sweet Child o’ Mine των Guns n’ Roses, αλλά η συνέχεια επιφύλασσε το γνωστότερο ριφ στην ιστορία του ροκ. Αυτό που όλοι πρώτα μαθαίνουν αρπάζοντας στα χέρια τους την ηλεκτρική κιθάρα και μάλιστα λανθασμένα... Το Machine Head όπως είπαμε είχε την τιμητική του και έτσι το ιστορικό Smoke on the Water ήταν το ιδανικό κομμάτι για να κλείσει η «κανονική διάρκεια» της συναυλίας και να γιγαντωθεί το πάρτι. Συγκρότημα και κοινό έδιναν πάσες ο ένας στον άλλο ξεσηκώνοντας το κλειστό.
Οι Deep Purple δεν ήταν καθόλου τεμπέληδες και έτσι απολαύσαμε το Lazy (Machine Head) με τον Gillan να είναι απολαυστικός στη φυσαρμόνικα. Ακολούθησε το πιο «σπάνιο» τραγούδι της βραδιάς με το No One Came από το Fireball του 1971. Το μικρό «διάλειμμα» με το σόλο του Airey έδωσε τη σκυτάλη στο επικό Perfect Strangers από τον ομώνυμο δίσκο του 1984, ενώ ο Paice τα «έσπασε όλα» στο Space Truckin’ (και πάλι από το Μachine Head). O Μorse στη συνέχεια «έπαιξε» με το κοινό ξεκινώντας το ριφ του Sweet Child o’ Mine των Guns n’ Roses, αλλά η συνέχεια επιφύλασσε το γνωστότερο ριφ στην ιστορία του ροκ. Αυτό που όλοι πρώτα μαθαίνουν αρπάζοντας στα χέρια τους την ηλεκτρική κιθάρα και μάλιστα λανθασμένα... Το Machine Head όπως είπαμε είχε την τιμητική του και έτσι το ιστορικό Smoke on the Water ήταν το ιδανικό κομμάτι για να κλείσει η «κανονική διάρκεια» της συναυλίας και να γιγαντωθεί το πάρτι. Συγκρότημα και κοινό έδιναν πάσες ο ένας στον άλλο ξεσηκώνοντας το κλειστό.
Η καθιερωμένη αποχώρηση του συγκροτήματος και οι κραυγές του κόσμου για
περισσότερα κομμάτια που συνθέτουν το γνωστό θεατρικό σκηνικό σε όλες
τις συναυλίες δεν έλειψε την Κυριακή από το «Ελευθερία» με τους Deep
Purple να γεμίζουν ξανά τη σκηνή και να μας χαρίζουν την επιτυχία τους
στη διασκευή του Hush του Billy Joe Royal που είχε συμπεριληφθεί στο
ντεμπούτο δίσκο του συγκροτήματος, το Shades of Deep Purple του 1968.
Στο ενδιάμεσο ένα μικρό σόλο του Paice στα ντραμς μάς επαναβεβαίωσε
γιατί το αστέρι της βραδιάς ήταν ο γερόλυκος ντράμερ, ενώ το πάρτι
έκλεισε με το τεράστιο Black Night από το ομώνυμο σινγκλ του 1970.
Νικόλας Νικόλα
(ΧΑΡΑΥΓΗ)
(ΧΑΡΑΥΓΗ)
Comments
Post a Comment